Γη

From Wiktionary, the free dictionary
Jump to navigation Jump to search

Greek

[edit]

Alternative forms

[edit]
  • (colloquial): γη (gi)
  • (colloquial): Γης (Gis)

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): [ʝi]
  • Audio:(file)

Proper noun

[edit]

Γη (Gif

  1. (astronomy) The planet Earth
  2. land
    Νέα ΓηNéa GiNewfoundland

Declension

[edit]

Coordinate terms

[edit]
Solar System in Greek · Ηλιακό σύστημα (Iliakó sýstima) (layout · text)
Star Ήλιος (Ílios)
IAU planets and
notable dwarf planets
Ερμής (Ermís) Αφροδίτη (Afrodíti) Γη (Gi) Άρης (Áris) Δήμητρα (Dímitra) Δίας (Días) Κρόνος (Krónos) Ουρανός (Ouranós) Ποσειδώνας (Poseidónas) Πλούτωνας (Ploútonas) Έρις (Éris)
Notable
moons
Σελήνη (Selíni) Φόβος (Fóvos)
Δείμος (Deímos)
Ιώ ()
Ευρώπη (Evrópi)
Γανυμήδης (Ganymídis)
Καλλιστώ (Kallistó)
Μίμας (Mímas)
Εγκελάδος (Egkeládos)
Τηθύς (Tithýs)
Διώνη (Dióni)
Ρέα (Réa)
Τιτάνας (Titánas)
Ιαπετός (Iapetós)

Μιράντα (Miránta)
Άριελ (Áriel)
Ουμβριήλ (Oumvriíl)
Τιτάνια (Titánia)
Όμπερον (Ómperon)
Τρίτωνας (Trítonas) Χάρων (Cháron) Δυσνομία (Dysnomía)
[edit]

Further reading

[edit]