θερμομονωτικά υλικά
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Noun
[edit]θερμομονωτικά υλικά • (thermomonotiká yliká) n
- Plural form of θερμομονωτικό υλικό (thermomonotikó ylikó).
θερμομονωτικά υλικά • (thermomonotiká yliká) n