σωβινισμός
Greek
[edit]Noun
[edit]σωβινισμός • (sovinismós) m (plural σωβινισμοί)
- Alternative form of σοβινισμός (sovinismós)
Declension
[edit]Declension of σωβινισμός
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | σωβινισμός • | σωβινισμοί • |
genitive | σωβινισμού • | σωβινισμών • |
accusative | σωβινισμό • | σωβινισμούς • |
vocative | σωβινισμέ • | σωβινισμοί • |
Related terms
[edit]- σωβινιστικός (sovinistikós, “jingoistic”)
Further reading
[edit]- Σωβινισμός on the Greek Wikipedia.Wikipedia el