αντίχειρας
Greek
[edit]Pronunciation
[edit]Noun
[edit]αντίχειρας • (antícheiras) m (plural αντίχειρες)
Declension
[edit]Declension of αντίχειρας
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | αντίχειρας • | αντίχειρες • |
genitive | αντίχειρα • | αντιχείρων • |
accusative | αντίχειρα • | αντίχειρες • |
vocative | αντίχειρα • | αντίχειρες • |
Hypernyms
[edit]- δάχτυλο n (dáchtylo, “finger”)
Coordinate terms
[edit]- see: δείκτης m (deíktis, “forefinger, index finger”)