Category:Greek terms derived from New Latin

From Wiktionary, the free dictionary
Jump to navigation Jump to search
Newest and oldest pages 
Newest pages ordered by last category link update:
  1. πρόσφυμα
  2. τηλεσκόπιο
  3. αεικίνητο
  4. Λεϊβνίτιος
  5. εγκυκλοπαίδεια
  6. πλακούντας
  7. Φινλανδία
  8. χάριν
  9. Κίτρος
  10. νάτριο
Oldest pages ordered by last edit:
  1. ήλιο
  2. εγκυκλοπαίδεια
  3. νοσταλγία
  4. τηλεσκόπιο
  5. μπουκαμβίλια
  6. στέρνα
  7. αεικίνητο
  8. Ευρασία
  9. τριχίουρος
  10. κάκτος

Greek terms that originate from New Latin.