αντιποιητικότητα
Jump to navigation
Jump to search
Greek[edit]
Etymology[edit]
From αντιποιητικός (antipoiitikós) + -ότητα (-ótita).
Pronunciation[edit]
Noun[edit]
αντιποιητικότητα • (antipoiitikótita) f
Declension[edit]
declension of αντιποιητικότητα
case \ number | singular | plural |
---|---|---|
nominative | αντιποιητικότητα • | αντιποιητικότητες • |
genitive | αντιποιητικότητας • | αντιποιητικοτήτων • |
accusative | αντιποιητικότητα • | αντιποιητικότητες • |
vocative | αντιποιητικότητα • | αντιποιητικότητες • |