Ανταρκτικός Κύκλος
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Noun
[edit]Ανταρκτικός Κύκλος • (Antarktikós Kýklos) m (uncountable)
- Antarctic Circle (a line of latitude)
Declension
[edit]- see: ανταρκτικός (antarktikós) and κύκλος (kýklos)
Coordinate terms
[edit]- Αρκτικός Κύκλος m (Arktikós Kýklos, “Arctic Circle”)
- ισημερινός m (isimerinós, “Equator”)
Further reading
[edit]- Ανταρκτικός Κύκλος on the Greek Wikipedia.Wikipedia el