Πρωτοχρονιά
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Etymology
[edit]πρωτο- (proto-, “first”) + χρονιά (chroniá, “year”).
Pronunciation
[edit]Proper noun
[edit]Πρωτοχρονιά • (Protochroniá) f (plural Πρωτοχρονιές)
Declension
[edit]Declension of Πρωτοχρονιά
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | Πρωτοχρονιά • | Πρωτοχρονιές • |
genitive | Πρωτοχρονιάς • | Πρωτοχρονιών • |
accusative | Πρωτοχρονιά • | Πρωτοχρονιές • |
vocative | Πρωτοχρονιά • | Πρωτοχρονιές • |
Synonyms
[edit]- αρχιχρονιά f (archichroniá)
Related terms
[edit]- Καλή Πρωτοχρονιά (Kalí Protochroniá, “Happy New Year”)
Further reading
[edit]- Πρωτοχρονιά, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language