σημάδι
Greek
Pronunciation
Noun
σημάδι • (simádi) n (plural σημάδια)
Declension
Declension of σημάδι
Synonyms
Related terms
- ασημάδευτος (asimádeftos, “unscarred; unaimed”)
- κακοσημαδιά (kakosimadiá)
- σημάδεμα (simádema)
- σημαδεμένος (simademénos, “scarred; aimed”, participle)
- σημαδιακός (simadiakós)
- σημαδούρα (simadoúra)