ιδιοκτήτης
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Etymology
[edit]Learned formation from ιδιο- (idio-) + -κτήτης (-ktḗtēs) (compare Koine Greek ἰδιοκτήτωρ (idioktḗtōr)), formed as a calque of German Eigenbesitzer.[1]
Pronunciation
[edit]Noun
[edit]ιδιοκτήτης • (idioktítis) m (plural ιδιοκτήτες, feminine ιδιοκτήτρια)
Declension
[edit]Declension of ιδιοκτήτης
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | ιδιοκτήτης • | ιδιοκτήτες • |
genitive | ιδιοκτήτη • | ιδιοκτητών • |
accusative | ιδιοκτήτη • | ιδιοκτήτες • |
vocative | ιδιοκτήτη • | ιδιοκτήτες • |
References
[edit]- ^ ιδιοκτήτης, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language