χαοτικός
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Etymology
[edit](This etymology is missing or incomplete. Please add to it, or discuss it at the Etymology scriptorium.)
Pronunciation
[edit]Adjective
[edit]χαοτικός • (chaotikós) m (feminine χαοτική, neuter χαοτικό)
Declension
[edit]Declension of χαοτικός
number case \ gender |
singular | plural | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | |
nominative | χαοτικός • | χαοτική • | χαοτικό • | χαοτικοί • | χαοτικές • | χαοτικά • |
genitive | χαοτικού • | χαοτικής • | χαοτικού • | χαοτικών • | χαοτικών • | χαοτικών • |
accusative | χαοτικό • | χαοτική • | χαοτικό • | χαοτικούς • | χαοτικές • | χαοτικά • |
vocative | χαοτικέ • | χαοτική • | χαοτικό • | χαοτικοί • | χαοτικές • | χαοτικά • |
derivations | Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο χαοτικός, etc.) Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο χαοτικός, etc.) |
Synonyms
[edit]- χαώδης (chaódis)
Related terms
[edit]- χάος n (cháos, “chaos”)