Ουρανός

From Wiktionary, the free dictionary
Archived revision by WingerBot (talk | contribs) as of 03:00, 12 July 2022.
Jump to navigation Jump to search

Greek

Etymology

From Ancient Greek Οὐρανός (Ouranós).

Pronunciation

  • IPA(key): [u.raˈnos]
  • Hyphenation: Ου‧ρα‧νός

Proper noun

Ουρανός (Ouranósm (plural Ouranós)

  1. (astronomy) Uranus
  2. (Greek mythology) Uranus

Declension

See also

Solar System in Greek · Ηλιακό σύστημα (Iliakó sýstima) (layout · text)
Star Ήλιος (Ílios)
IAU planets and
notable dwarf planets
Ερμής (Ermís) Αφροδίτη (Afrodíti) Γη (Gi) Άρης (Áris) Δήμητρα (Dímitra) Δίας (Días) Κρόνος (Krónos) Ουρανός (Ouranós) Ποσειδώνας (Poseidónas) Πλούτωνας (Ploútonas) Έρις (Éris)
Notable
moons
Σελήνη (Selíni) Φόβος (Fóvos)
Δείμος (Deímos)
Ιώ ()
Ευρώπη (Evrópi)
Γανυμήδης (Ganymídis)
Καλλιστώ (Kallistó)
Μίμας (Mímas)
Εγκελάδος (Egkeládos)
Τηθύς (Tithýs)
Διώνη (Dióni)
Ρέα (Réa)
Τιτάνας (Titánas)
Ιαπετός (Iapetós)

Μιράντα (Miránta)
Άριελ (Áriel)
Ουμβριήλ (Oumvriíl)
Τιτάνια (Titánia)
Όμπερον (Ómperon)
Τρίτωνας (Trítonas) Χάρων (Cháron) Δυσνομία (Dysnomía)