Talk:δίφθογγος

From Wiktionary, the free dictionary
Latest comment: 6 years ago by Barytonesis
Jump to navigation Jump to search

δίφθογγος (ο, η) not ancient. @perseus. @babiniotis = μτγν = 3rd BCE to 6th CE [meaning hellinistic = Koine] Pronunciation cannot start at previous centuries. sarri.greek (talk) 14:18, 18 November 2017 (UTC) Also check μονόφθογγος, monophtongue, diphthongue. At [ https://en.wiktionary.org/wiki/User:Sarri.greek/ref#Dict.gre.Dimitrakos Dimitrakos.1964] script:poly, here mono, my brackets []:Reply

  • δίφθογγος, -ον ο δύο ήχους ή φθόγγους έχων. Τζέτζ.Χιλ.5,694 δίφθογγος γραφή. 2. ως ουσ[ιαστικό] η δια μιας πνοής εκφορά δύο φωνηέντων, ων το εν είναι πλήρης φθόγγος και ο κύριος φορεύς της συλλαβής, το δε έτερον ημίφωνον: Διον.Θρ.639,Ι5 || ομ(οίως) κ(αι) το ουδ(έτερον) το δίφθογγον: Ηρωδιαν.Επιμ.245.
  • Τζέτζ.Χιλ = Τζέτζης, Ιωάννης (1150 CE). Βίβλος ιατρική ή Χιλιάδες
  • Διον.Θρ = Διονύσιος ο Θράξ (2nd century BCE)
  • Ηρωδιαν.Επιμ = Ηρωδιανός (160 CE) Επιμερισμοί.

Other words: διφθογγία (νεώτερο), διφθογγίζω (μεσαιων. κ. νεώτερο), διφθογγισμός (νεώτ), διφθογγογραφώ-έω (μεταγενέστερο), διφθογγούμαι (μεταγενέστερο). sarri.greek (talk) 14:37, 18 November 2017 (UTC)Reply

@Sarri.greek: fixed. {{grc-IPA}} allows you to add a {{{period}}} parameter. --Barytonesis (talk) 09:12, 19 November 2017 (UTC)Reply